Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν.




Θα θυσιάσω την αδυναμία μου και θα του δώσω να καταλάβει πώς τελειώνει μια ιστορία ξεκινώντας από την αρχή του τέλους φυσικά.
Θα ανακυκλώσω κάθε είδους συναίσθημα και το μίξερ θα βγάλει το άθροισμα. Θα του το δώσω να το πιει χωρίς να μην πάει ούτε σταγόνα χαμένη.



Θα δει τι συμβαίνει όταν γυρίσει πίσω και αντί γι αυτό που ποθεί θα βρει την κάψα να σιγοκαίει. Θα ταραχτεί και θα γονατίσει όταν καταλάβει πως η φωτιά πια δεν υπάρχει και πως όλα χαίρονται να αποτελούν παρελθόν. Το πρώτο χαμόγελο θα λάβει μέρος όταν τα φώτα ανοίξουν και θα ανακαλύψει πώς όλα αυτά δεν είναι παρά ένα κακό όνειρο...
Περνώντας σιγά σιγά στο επιβλητικό καινούριο αύριο, θα χάσει τις αισθήσεις του.

Σαν ένα παραμύθι με λίγα λόγια. Του το έμαθαν όταν ήταν μικρός και γνωρίζει πως έχει άσχημο τέλος. Του το είπαν και τώρα του τα λεν' αλλιώς.. Και εκείνος στην πορεία θα καταλάβει πολλά..

Η μέρα άρχισε. Το αύριο που περίμενε το εφετείο για να τον δικάσει σε ισόβια δις.
Εκείνο το πρόσωπο του το κενό, άρχισε να στάζει χρώμα. Νερό. Υπομονή..
Ξέφυγε λίγο στα παιδικά του χρόνια και η σιγή του τον έπνιξε και χωρίς δεύτερη σκέψη αναστέναξε τόσο δυνατά..
Φαντάσου πως ακούστηκε σε μένα εδώ.. Χιλιόμετρα μακρυά.

Εγώ το μόνο που γνώρισα πλάι στην ιστορία του ήταν η συγχώρεση. Αυτό έκανε τα πάντα να τρίζουν όταν ερχόταν η στιγμή..
Μου αρέσει να σκέφτομαι πόσο ανάγκη έχω αυτή την αφή μου, αυτό το δυνατό ρουθούνισμα να το κάνω έτσι μμμμμμμμμμμμμμμ.... Αυτή η δυνατή εισπνοή που όσο διαρκεί χάνομαι στο άρωμα του που είναι ακόμα εδώ.. άπνευση/άπνοια.

Χαρίζονται πλέον όλα. Δεν έχει μείνει τίποτα ορθό, ζηλευτό.. όπως τότε.

Κάθομαι στην νέα μέρα και τα πόδια μου χαίρονται τόσο να πατάνε σταθερά κάτω σα να μου λένε κι αυτά -και με το δίκιο τους- πως όλα είναι ξανά γόνιμα. Σαν το καμένο χώμα μετά τη βροχή..

Αρχίζει μια κοιλιά να σχηματίζει τα γεγονότα τόσο κυρτά και τόσο γοητευτικά που δεν μπορώ να πιστέψω στο άγχος μου. "Μείνε" μου φωνάζει και το μέλλον, με σέρνει παραπέρα. Με πάει μπροστά. Εγώ ακολουθώ τόσο ανέμελος και ξυπνάει από μέσα μου το πιο στιλπνό όνειρο. Σαν μια μεγάλη χιονόμπαλα που με ακολουθούσε από τα έξι μου. Να 'θελε να μου πει όλο αυτό..

Ξέρεις, η κριτική μας ταράζει, μας ανακατεύει. Μας κυκλώνει όμως, με σιγουριά. Βλέπουμε από τα λόγια των άλλων τα δικαιώματα που έχουμε δώσει να επέλθει αυτή.. Δεν την θέλουμε και την σνομπάρουμε τόσο, όσο γουστάρουμε να την αρπάξουμε κι εμείς. Ν' αρχίσουμε τον έναν και τον άλλον. Κι εκείνο το παιδί, αυτό πάθαινε συνέχεια. Γι' αυτό είχε αυτό το τέλος το παραμύθι του.

Δεν άντεχε κανείς τους την χροιά του. Το θράσος αυτό που δεν ήθελε και πολύ για να τους αγκαλιάσει. Να ζωθούν με τον μπάλο του. Με την παράδοση του.. Ο μπάλος που δεν χορευόταν ποτέ καλύτερα κι από κανέναν. Μόνο από εκείνα τα γερά πόδια, που στήριζαν όλο αυτό το μεγαλείο. Το παλάτι. Που το κοιτούσε κανείς και χανόταν όλος ο κόσμος μαζί.. που μέσα όμως ήταν πιο άδειο κι από το κενό ανάμεσα στον καθένα μας. Πιο άδειο κι από την συλλαβή που τον φώναζε συνέχεια. Μη. Μη. Μην....

Προσευχή-ταξίδι-ψεύτικη βροχή-τσιγάρο βαρύ-κρασί μόνο μια σταγόνα.
(και συνεχίζω)

Δεν έχω πολλά "σίγουρα" στην ζωή μου. πχ. "Αυτό είναι έτσι, σίγουρα." ή "Εκεί πάμε.σίγουρα"

αλλά το
σίγουρο είναι ότι μέχρι να τελειώσει αυτό το τσιγάρο μου..
θα σε έχω κλιμακώσει γι' ακόμη μια φορά..

Σαν μαγεμένο..

κλικ!